Σάββατο 26 Απριλίου 2008

του ιάσονα μαλακία

ΟΜΟΦΩΝΙΑ, ΣΥΝΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ, ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΚΑΙ Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σε αυτό το άρθρο θα επιχειρήσουμε μια προσέγγιση στο ζήτημα των διαδικασιών και των τρόπων λήψης αποφάσεων που παρουσιάζονται κατά κύριο λόγω στις ομαδώσεις του ελλαδικού αντιεξουσιαστικού χώρου και που αυτά διαφέρουν από την άμεση δημοκρατία(την οποία και επικαλείται ο καθένας κατά βούληση). Είναι διαδεδομένη αντίληψη σε αυτόν τον χώρο ότι ο τρόπος οργάνωσης(εάν και όταν τίθεται αυτή βέβαια ως ζητούμενο) των ομαδώσεων, οφείλει να είναι μια προβολή, ένα ψηλάφισμα της κοινωνίας που αυτά επιδιώκουν(ως επιθυμία ή ως αναγκαιότητα)[1]. Ορθότατη αντίληψη κατά την άποψή μας, αφού βάζει σε άμεση δοκιμασία την θεωρία και επιτρέπει να δημιουργηθούν τα σπέρματα εκείνα, τα οποία θα γονιμοποιήσουν αυτήν την κοινωνία. Εάν αυτό που λέμε δε μπορεί να λειτουργήσει[2] μεταξύ 30,500,10.000 ατόμων πώς έχουμε την απαίτηση να λειτουργήσει μεταξύ εκατομμυρίων; Αλλά αφού η μορφή και το περιεχόμενο είναι πράγματα αδιαχώριστα, θα προσεγγίσουμε και τα πολιτικό-θεωρητικά περιεχόμενα που συνδέονται με τις αντίστοιχες διαδικασίες και τρόπους λήψης αποφάσεων. Σκοπός μας φυσικά είναι να καταλήξουμε σε χρήσιμα συμπεράσματα για την πράξη μας και όχι να κάνουμε φιλολογία.

ΟΜΟΦΩΝΙΑ, ΣΥΝΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ, ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ

Ιδανικά του αναρχισμού(αν και η ελληνική εκδοχή του δεν αποτελεί κλασσική μορφή του, αφού έχει αναφορές σε διάφορα ρεύματα ) είναι η καταστροφή της εξουσίας, της ιεραρχίας, της κυριαρχίας και όλων αυτών των στοιχείων που αποτελούν το κράτος-Λεβιάθαν. Συνεπώς ζητούμενο μιας ομάδωσης του αντιεξουσιαστικού χώρου είναι οι ανάλογες σχέσεις να εξαλειφθούν στο εσωτερικό της.
Θα αρχίσουμε περιγράφωντας τους τρεις τύπους διαδικασίας που συναντιώνται κυρίως στις συνελεύσεις αυτού του χώρου(οι τύποι αυτοί δεν είναι εντελώς διαχωρίσιμοι και πολλές φορές χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα). Στην περίπτωση της ομοφωνίας προκειμένου να αποφασιστεί κάτι από τη συνέλευση όρος είναι ότι θα υπάρξει πλήρης συμφωνία όλων των μελών της συνέλευσης. Οποιοδήποτε μέλος έχει τη δυνατότητα άσκησης βέτο. Στην περίπτωση της συνδιαμόρφωσης προκειμένου να παρθεί απόφαση λαμβάνονται υπόψην όλες οι γνώμες, συμβιβάζονται μεταξύ τους και τελικά βγαίνει μία απόφαση όπου κάθε μέλος της συνέλευσης “μπορεί να βρει τον εαυτό του σε αυτή”. Τέλος, στην περίπτωση της συναίνεσης αφού έχει επιτευχθεί μια συμφωνία από την πλειοψηφία της συνέλευσης, η μειοψηφεία για να μη υπάρξουν περαιτέρω διαφωνίες σιωπά και συναινεί με την πρόταση της πλειοψηφίας.



ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ

Από άποψη λειτουργικότητας είναι πολύ εύκολο να δούμε πως η ομοφωνία και η συνδιαμόρφωση είναι μη πραγματοποιήσιμες, τουλάχιστον σε μακροκοινωνική κλίμακα. Σε μια κοινωνία, λοιπόν, χιλιάδων ατόμων, στην οποία ο καθένας έχει δικαίωμα βέτο, η περίπτωση της ομοφωνίας είναι απειροελάχιστη, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς, ότι η ποικιλία των θεμάτων που μπορεί να χρειαστεί να συζητήσει μια κοινωνία είναι ατελείωτη. Ως εκ τούτου μια κοινωνία που θα λειτουργούσε με ομοφωνία θα ήταν καταδικασμένη να μην κάνει τίποτα, να διαλυθεί. Όσον αφορά τη συνδιαμόρφωση, πρόκειται και αυτή για μια φενάκη. Γιατί απλούστατα όταν υπάρχει μια πρόταση που λέει κάτι(π.χ να στρίψουμε το ποτάμι αριστερά) και μια άλλη πρόταση που λέει κάτι αντίθετο(π.χ να στρίψουμε το ποτάμι δεξία) δεν υπάρχει χώρος για συνδιαμόρφωση. Ή το ένα θα γίνει ή το άλλο. Η περίπτωση της συναίνεσης είναι ιδιάζουσα. Πραγματικά αδυνατούμε να σκεφτούμε κάποιον λόγο για τον οποίο κάποιος σε μια κοινωνία(ελεύθερη κιόλας) θα αποποιούταν τη γνώμη του, θα σιωπούσε και θα συναινούσε σε κάτι που διαφωνεί[3]. Η συναίνεση για εμάς παραπέμπει σε τελείως κυριαρχικές κοινωνικές σχέσεις. Όχι μόνο τα άτομα υποκύπτουν στην άτυπη ιεραρχία της συνέλευσης, αλλά αναγκάζονται να στερηθούν και τη γνώμη τους!
Στο βαθμό που η ομοφωνία και η συνδιαμόρφωση λειτουργούν σε κλίμακα ομαδώσεων(ολιγάριθμων στην πλειοψηφία των περιπτώσεων), αυτό δε γίνεται χωρίς την παρεκτροπή από την αρχική στοχοθεσία, την καταστροφή της εξουσίας και των συν αυτή. Στην περίπτωση της ομοφωνίας, η μεταφορά της στην πραγματικότητα καταλήγει(με μαθηματική ακρίβεια) στην ανάδυση της ιεραρχίας, μάλιστα άτυπης[4]. Είναι προφανές ότι σε μια συνέλευση π.χ 300 ατόμων δεν μπορεί να υπάρξει ταύτιση απόψεων πάνω σε όλα τα θέματα. Από την άλλη το να ακούγονται 300 διαφορετικές απόψεις συνεχώς χωρίς κάποια συγκεκριμένη προοπτική, σίγουρα δεν χαρακτηρίζεται λειτουργία. Οπότε πως λειτουργούν ομαδώσεις με ομοφωνία στην πράξη; Τα άτομα με το περισσότερο κύρος στη συνέλευση(οι γηραιότεροι, οι πρωτοστάτες, οι πιο θεωρητικά καταρτισμένοι) ουσιαστικά καθοδηγούν την απόφαση της συνέλευσης εκεί όπου επιθυμούν, κυριαρχόντας πάνω στην πλειοψηφία, της οποίας η σιωπή(συναίνεση) εκλαμβάνεται ως συμφωνία και άρα καταλήγουμε και στην επιθυμητή ομοφωνία.
Στην περίπτωση της συνδιαμόρφωσης έχουμε πάλι την παρεκτροπή από την αρχική στοχοθεσία. Τα άτομα με το περισσότερο κύρος στη συνέλευση ή τα ισχυρότερα “lobbies” έπειτα από πολύωρες τοποθετήσεις ουσιαστικά δρομολογούν τις αποφάσεις τους όπου επιθυμούν και για να μη μείνει κανείς δυσαρεστημένος δέχονται και κάποια σημεία των άλλων απόψεων ώστε “να αναγνωρίζουν όλοι τον εαυτό τους στην τελική απόφαση”(;).






ΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

Ο ελλαδικός αντιεξουσιαστικός χώρος παρά τα όποια ριζοσπαστικά στοιχεία του παραμένει δέσμιος της κλασσικής παράδοσης του αναρχισμού και έτσι κατα πολύ ετερόνομος. Επίσης ο χώρος παρόλο που στην ουσία είναι ετερογενές σώμα συνέχεται από κάποια κοινά βασικά φαντασιακά. Ο ατομισμός και η πίστη στην αγαθή φύση του ανθρώπου είναι κάποια από αυτά, τα οποία και μας ενδιαφέρουν εδώ. Ακομη πολύ σημαντικός παράγοντας είναι και η ταύτιση που κάνουν οι ανάρχικοι μεταξύ κράτους και εξουσίας και η φαντασίωση ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς εξουσία[5]. Λαμβάνοντας υπ' όψην μας αυτά, μπορούμε να κατανοήσουμε την ουσία των διαδικασιών που επιλέγει ο χώρος.
Έτσι εξετάζοντας τα συστήματα αυτά γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η ατομικότητα είναι απείρως σημαντικότερη από τη συλλογικότητα. Και η συλλογικότητα προσπαθεί με κάθε τρόπο να καταπιέσει την ατομικότητα. Βασικό μέλημα οπότε των διαδικασιών οφείλει να είναι η προστασία της ατομικότητας απέναντι στη συλλογικότητα. Με άλλα λόγια η κόλαση είναι ο Άλλος. Έχουμε λοιπόν εδώ τον φιλελεύθερο μύθο[6] του προκοινωνικού ατόμου, ενός ατόμου δηλαδή που ζούσε πλήρως ελεύθερο ικανοποιώντας κάθε του επιθυμία έξω από κάθε κοινωνία και το οποίο η κακή τύχη ή η σκληρή πραγματικότητα το εξανάγκασε κάποια στιγμή να δημιοιυργήσει μια κοινωνία. Μια κοινωνία που δεν είναι τίποτε άλλο από μιά συνάθροιση ατομικοτήτων και των αντικρουώμενων επιθυμιών τους. Συνεπώς ο λόγος του Άλλου εάν δεν είναι ίδιος με τον δικό μου είναι εχθρικός, ανταγωνιστικός προς εμένα, απειλεί τις επιθυμίες μου και εγώ πρέπει να προφυλαχτώ από αυτόν. Έτσι στα συστήματα της ομοφωνίας και της συνδιαμόρφωσης επιβεβαιώνεται ακριβώς αυτή η θέση. Εάν στην απόφαση δεν συμφωνήσουν όλα τα μέλη της συνέλευσης, τότε πολύ απλά δεν υπάρχει απόφαση. Γιατί; Γιατί πολύ απλά στην περίπτωση που υπάρξει απόφαση χωρίς πλήρη συμφωνία υπάρχει κατάφορη καταπίεση(εξουσιασμός) της μειοψηφείας από την πλειοψηφία οπότε και η συγκεκριμένη ομάδωση δρα ενάντια στις αρχές της. Παρόλο που δεν είμαστε με την ολοκληρωτικής έμπνευσης υποταγή του ατόμου στη συλλογικότητα[7] δεν μπορούμε παρά να πούμε ότι αυτή η αντίληψη περί της ατομικότητας είναι το λιγότερο αντιδραστική. Όντας ετερόνομος ο χώρος αντιλαμβάνεται τον Άλλο και τον λόγο του ως κάτι που δυνητικά έστω θα μπορούσε να εξαλειφθεί, αφού στην φυσική του κατάσταση το άτομο ήταν μόνο. Και όντως στις ομαδώσεις του χώρου αυτό θεωρείται ότι επιτυγχάνεται, αφού θεωρούν ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία ή συνδιαμόρφωση(ανάλογα). Βλέποντας τι γίνεται στην πράξη όμως εντοπίζουμε και τα αντιδραστικά στοιχεία. Η ομοφωνία και η συνδιαμόρφωση δεν είναι επιτεύξιμες χωρίς αφενός την ανάδυση της (άτυπης) ιεραρχίας, αφαιτέρου τη συναίνεση, την παραίτηση κάποιου δηλαδή από την γνώμη του χωρίς καν να γίνεται αντιληπτή ως τέτοια. Σκόπιμο βρίσκουμε να αναφέρουμε και τις ολοκληρωτικές χροιές που έχει η ομοφωνία ειδικά, αφού η διαφορετικότητα και η διαφορετική άποψη δεν γίνονται αντιληπτές ως κάτι το δημιουργικό αλλά σαν εμπόδιο προς την επίτευξη της απόφασης, ως αποφευκταία κατάσταση. Αντιθέτως ως ιδανική κατάσταση τίθεται η ομοιογένεια, η ομοιομορφία, η μονολιθικότητα. Όσον αφορά τη συνδιαμόρφωση ειδικά, εκεί η πολιτική γίνεται ουσιαστικά τεχνική μέσω της οποίας προσπαθούμε να φτάσουμε στην απόλυτη γνώση, απόλυτη αλήθεια ενός πράγματος. Έτσι με την εξαντλητική διερεύνηση ενός θέματος μας δίνεται η δυνατότητα να πλησιάζουμε όλο και πιο κοντά σε αυτήν τη γνώση/αλήθεια.
Ας έρθουμε τώρα στη θέση περί αγαθής φύσης του ανθρώπου. Όπως και να καταλήξει κάποιος σε αυτήν τη θέση, αυτή σημαίνει ένα και μόνο πράγμα. Ο άνθρωπος είναι προορισμένος να κάνει το φυσικό, το καλό. Του οποίου σκοπός δεν είναι άλλος από την Αναρχία/Ελευθερία. Οτιδήποτε κακό γίνεται πάνω σε αυτόν τον κόσμο, είναι αντίθετο με τη φύση του, και γίνεται γιατί το κράτος καταφέρνει και ξεγελάει τους ανθρώπους. Οι αναρχικοί που έχουν καταλάβει όμως τι γίνεται είναι υπέυθυνοι να το δείξουν και στους άλλους[8]. Φαίνεται λογικό λοιπόν να θεωρείται στις διάφορες ομαδώσεις του χώρου ότι δεν χρειάζονται συγκεκριμένοι θεσμοί λήψης αποφάσεων αφού όντας αναρχικοί είτε έχουν φτάσει στην πλήρη συνειδητοποίηση της αγαθότητάς τους, είτε οφείλουν να καταβάλουν προσπάθεια να φτάσουν εκεί. Δεν υπάρχει διαφωνία που να μη μπορεί να επιλυθεί με μια απλή κουβέντα και έτσι να υπάρξει μια απόφαση που να ικανοποιεί όλους, είτε με ομοφωνία είτε με συνδιαμόρφωση.[9] Δίπλα στην επαναστατική φύση του προλεταριάτου των μαρξιστών, το φυσικό ανταγωνισμό των φιλελεύθερων οι αναρχικοί έρχονται να προσθέσουν την αγαθή φύση του ανθρώπου που ρέπει στην εξέγερση και την ελευθερία. Ονομάζοντας τις επιθυμίες τους αληθινή φύση, δίνοντας έναν πραγματικό σκοπό στην ιστορία(που συμπίπτει με τον δικό τους) που βάσει αυτού και για αυτόν αποκτά νόημα ό,τι έχει γίνει, γίνεται και θα γίνει, οι αναρχικοί εντάσουν τον εαυτό τους στο χώρο της Ιδεολογίας και ταυτόχρονα κοινωνούν την αυθαιρεσία της. Αυθαιρεσία γιατί ό,τι επικαλείται ως αληθινό(αγαθή φύση του ανθρώπου εν προκειμένω) το βασίζει αποκλειστικά και μόνο στην ίδια τη θεωρία της[10]. Συνεκτικά δεμένη με αυτή την θέση και φυσικό της επακόλουθο είναι και η θέση ότι κάθε εξουσία είναι ενάντια στην πραγματική φύση του ανθρώπου και πρέπει να καταπολεμείται σε κάθε της μορφή. Μεταφερόμενη στη λειτουργία μιας αναρχικής ομάδωσης αυτό μεταφράζεται στην αξιακή άρνηση της αρχής της πλειοψηφίας ως εξουσιαστικής. Έτσι η ομοφωνία-συνδιαμόρφωση είναι και σε αυτή την περίπτωση μονόδρομος, όπως και τα επακόλουθά τους τα οποία ήδη αναφέραμε.







Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Οι κλασσικοί αναρχικοί(αλλά και η ελληνική εκδοχή) συνεχόμενοι από κάποια κεντρικά φαντασιακά, τα οποία για εμάς έρχονται σε αντίθεση με το ίδιο το απελευθερωτικό πρόταγμα, καταλήγουν να επιλέγουν συστήματα λειτουργίας και διαδικασίες απραγματικές και στην πράξη αντιφατικές ως προς το δηλωμένο στόχο τους. Παρόλα αυτά είναι οι ίδιοι που έθεσαν και θέτουν ακόμη ζητήματα καίρια για το απελευθερωτικό εγχείρημα: η αντιαυταρχικότητα, η άμεση συμμετοχή, η οριζόντια οργάνωση και η καταπολέμηση της ιεραρχίας/γραφειοκρατείας είναι ζωτικής σημασίας έννοιες για εμάς. Πιστεύουμε πως είναι δυνατό να συνθέσουμε και ταυτόχρονα να ρθούμε σε ρήξη με τον κλασσικό αναρχισμό μέσα από την άμεση δημοκρατία[11].
Περιγραφικά, μια ομάδωση που λειτουργεί με άμεση δημοκρατία αποφασίζει βάσει της αρχής της πλειοψηφίας. Όποιο μέλος της συνέλευσης το επιθυμεί κάνει προτάσεις για τα θέματα υπό συζήτηση και στο τέλος το σώμα της συνέλευσης ψηφίζει πάνω στις προτάσεις και υιοθετούνται αυτές που πλειοψηφούν.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ

Η θέση ότι η άμεση δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει στηρίζεται κυρίως στο γεγονός ότι έχουν υπάρξει (λίγες)κοινωνίες οι μεγάλες κοινωνικές ομάδες που για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καλύτερα ή χειρότερα λειτούργησαν με αυτόν τον τρόπο. Ελληνικές πόλεις τον 4ο και 5ο αίωνα π.Χ., οι μεσαιωνικές πόλεις, η κομμούνα του Παρισίου το 1871, το εργατικό κίνημα, η Καταλωνία το 1936, τα ρωσικά σοβιέτ το 1917, τα συμβούλια των επαναστατημένων Ούγγρων εργατών-τριων το 1956, οι αυτόνομες κοινότητες των Ζαπατίστας στην Τσιάπας του Μεξικό είναι τέτοιες περιπτώσεις [12].

ΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

Για να μιλήσουμε για το περιεχόμενο της άμεσης δημοκρατίας πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα ευθύς εξ αρχής.
Ξεπερώντας την αναρχική φαντασίωση ότι η εξουσία είναι κάτι καταστρέψιμο, την αντιλαμβανώμαστε αφενός ως εμμενές στοιχείο κάθε κοινωνίας αφετέρου ως την αρχή που φέρει κυρώσιμες επιταγές σε μια κοινωνία, δηλαδή αυτό που λέει κάτι και έχει τη δυνατότητα να το κάνει. Οπότε το ζήτημα είναι που βρίσκεται η εξουσία. Στην κεντρική επιτροπή του Κόμμματος, στο κοινοβούλιο ή στις γενικές συνελεύσεις των κοινοτήτων; Επίσης επειδή βλέπουμε το άτομο ως θεσμό διαμορφώσιμο και όχι ως καθορισμένη φύση άπαξ δια παντώς, που ανάλογα μπορεί να κατευθύνει τη φαντασία του προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, ικανό για τα πάντα, θεωρούμε απαραίτητους σε μια συλλογικότητα εκείνους τους ελευθεριακούς θεσμούς, που θα διαμορφώνουν το άτομο στην κατεύθυνση της ελευθερίας και θα εμποδίζουν σε συλλογικό επίπεδο την ανάπτυξη της γραφειοκρατείας και της ιεραρχίας. Ακόμη, όπως είπαμε πιο πάνω, η σύλληψη του προκοινωνικού ατόμου είναι μια φενάκη. Άτομο χωρίς κοινωνία δε νοείται. Οπότε το ζήτημα δεν είναι πώς θα προστατευθεί το άτομο από την κοινωνία/κοινωνικό σύνολο αλλά πως θα εγκαθιδρυθούν κοινωνικές σχέσεις ισότητας(σε όλα τα επίπεδα) μεταξύ των ατόμων μιας κοινωνίας.
Έτσι στην άμεση δημοκρατία η διυποκειμενικότητα δεν τίθεται ως κάτι το οδυνηρό και δυνητικά εξαλείψημο, αλλά ως συνθήκη ύπαρξης της ανθρώπινης ζωής ως ανθρώπινης. Ζητούμενο είναι τα υποκείμενα που συγκροτούν τη συλλογικότητα να βρίσκονται σε σχέση ισότητας μεταξύ τους. Οπότε όλοι έχουν ίσο δικαίωμα γνώμης και λόγου. Ο λόγος του Άλλου δεν γίνεται αντιληπτός στο δίπολο ίδιος με τον δικό Μου ή εχθρικός αλλά ως διαφορετικός και ίσος. Η πολιτική δεν τίθεται στο επίπεδο της τεχνικής, αφού δεν υπάρχει κάποιος εξωκοινωνικός σκοπός της ιστορίας και της κοινωνίας ανεξάρτητος από εμάς. Αντίθετα η πολιτική είναι μια δημιουργηκή διαδικασία, αφού οποιαδήποτε στόχευση και σκοπός τίθονται κάθε φορά από τα δρώντα υποκείμενα. Οπότε δεν υπάρχει η επιθυμία να υπερισχύσει η δικιά μου άποψη, αφού όσο δίκαιο έχω εγώ, άλλο τόσο μπορεί να έχει και Άλλος. Αυτό που ενδιαφέρει είναι η ίδια η δυνατότητα να επιρεάσω την απόφαση. Στόχευση της διαδικασίας της συνέλεσυης δεν είναι η μεταστροφή των διαφονούντων αλλά η δημιουργική αντιπαράθεση επιχειρημάτων.
Πιο πάνω δείξαμε ότι η ομοφωνία και η συνδιαμόρφωση είναι κατάστασεις απραγματικές. Τίθεται λοιπόν το ζήτημα ποιου η πρόταση θα αποφασιστεί. Της πλειοψηφίας ή της μειοψηφίας; Δημοκρατία ή ολιγαρχία; Για εμάς αυτό που αρμόζει στην ισότητα και την ελευθερία είναι η δημοκρατία. Αλλά στην άμεση δημοκρατία δεν απαιτείται από την μειοψηφία να απωλέσει τη γνώμη της όπως γίνεται στα συστήματα που επικαλούνται τη συναίνεση. Τη διατυπώνει ανοιχτά, την υποστηρίζει και η διαφωνία της καταγράφεται ως τέτοια. Οι αποφάσεις παίρνονται πλειοψηφικά.[13]
Από τη στιγμή που δεν αναγνωρίζεται κάποια φύση του ανθρώπου και κάποια νομοτέλεια της ιστορίας, η συλλογικότητα, οι θεσμοί της, οι αποφάσεις της δεν αναγνωρίζονται και αυτοί ως απορρέοντες από αυτά. Αναγνωρίζονται ως δημιουργίες των υποκειμένων, που απορρέουν από τις επιθυμίες τους, και για αυτό ανα πάσα στιγμή αμφισβητήσιμες. Γίνεται αντιληπτή δηλαδή η διάσταση θεσμισμένου και θεσμίζοντος και έτσι αποτρέπεται η υποταγή του δεύτερου στο πρώτο.
Ουσιώδης για την άμεση δημοκρατία είναι η σημασία του “λόγον διδόναι” και της ανακλητότητας. Όλοι είναι υπεύθυνοι για όσα λένε, όσα αναλαμβάνουν και όσα κάνουν. Πολύ περισσόερο άτομα που για κάποιο λόγο έχουν πάρει περισσότερες αρμοδιότητες. Οποιαδήποτε αυθαιρεσία ισοδυναμεί με ιεραρχία.
Αφού η συλλογικότητα κ.λ.π είναι δική μας δημιουργία και δεν δεχόμαστε κανέναν ειδικό στην πολιτική για του λόγους που εξηγήσαμε και πιο πάνω, όλα τα άτομα που συμμετέχουν σε μια συλλογικότητα είναι το ίδιο αρμόδιοι να ασχολούνται με τα κοινά της. Είτε αφορά θεωρητικά ζητήματα είτε πρακτικά. Αναδύεται λοιπόν η σημασία της άμεσης, ολικής συμμετοχής και άρεται ο διαχωρισμός διευθυνόντων-εκτελεστών που παρατηρήται στις γραφειοκρατικές οργανώσεις .
Πιστεύουμε πως αυτές είναι οι κεντρικές σημασιές που αποτελούν το είναι της άμεσης δημοκρατίας, όσον αφορά τουλάχιστον την οργάνωση μιας συλλογικότητας. Στο βαθμό που αυτές θα αποκρυσταλωθούν σε ρητούς θεσμούς, πιστεύουμε πως καθιστούν δυνατή τόσο την διαμόρφωση ελεύθερων ατόμων όσο και τη δημιουργία συλλογικοτήτων που θα συμβάλουν στο δρόμο για την κοινωνική απελευθέρωση.

Ιάσων Καραχάλιος

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κορνήλιος Καστοριάδης
l η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, Κέδρος
l η αρχαία ελληνική δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα, ύψιλον
l οι ομιλίες στην Έλλαδα- εξουσία, πολιτική, αυτονομία, ύψιλον
Murray Boochin
l κοινωνικός ή lifestyle αναρχισμός, ισνάφι
l το πρόταγμα του κομμουναλισμού, αλεξάνδρεια
Γιάννης ΚαρύτσαςΕλευθεριακή Κίνηση τ.17, “Καστοριάδης και αναρχικοί
[1] Όσον αφορά τα κομμουνιστικά κόμματα, αν και αυτά έχουν ως δηλωμένο στόχο την αταξική κοινωνία, τη πανανθρώπινη λευτεριά, οι κοινωνίες που δημιούργησαν ήταν πιστές αντανακλάσεις τους: ιεραρχικές, καταπιεστικές, ολοκληρωτικές.
[2] Ο όρος χρησιμοποιείται όχι για να εκφράσει την εργαλειακή χρήση των μέσων με όρους αποτελεσματικότητας αλλά την δυνατότητα πραγμάτωσης της θεωρίας.
[3] Υπάρχει διαφορά μεταξύ “συναινώ σε κάτι που διαφωνώ” και “δεσμεύομαι από μια απόφαση που διαφωνώ”. Θα εξηγηθεί παρακάτω.
[4] Η άτυπη ιεραρχία είναι πολύ χειρότερη από την τυπική, αφού δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια και δεν καταπολεμάται.
[5] βλ. Αλέξανδρος Σχισμένος, ΄΄εξουσία και ελευθερία΄΄, Contact τεύχος 9
[6] Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί αναρχικοί νιώθουν συγγένεια με τον πολιτικό φιλελευθερισμό
[7] Όπως γίνεται στα κομμουνιστικά κόμματα, όπου το κόμμα αποκτά μεταφυσική διάσταση, αυτονομείται από τα μέλη του και τα υποτάσει σε αυτό.
[8] Η αντίληψη αυτή επιβεβαιώνεται συνεχώς στο λόγο και τη δράση των αναρχικών. Σε μια πορεία αρκεί να κάνουν εξεγερσιακές πράξεις και ο γύρω κόσμος θα συνειδητοποιηθεί. Ή “οι φοιτητικές κινητοποιήσεις ήταν μια αφορμή για όσους ήθελαν να συγκρουστούν με τις δυνάμεις της αστυνομίας”(από αφίσα). Ή το σύνθημα “το δίκιο ανήκει στους εξεγερμένους και όχι στους ρουφιάνους και τους προσκινημένους” που πρόσφατα έγινε “το άσυλο ανήκει...” κ.λ.π.
[9] Μια κατάσταση που προσομοιάζει σε αυτό που ο Καστοριάδης ονομάζει ''μυθική εκδοχή του κομμουνισμού”, βλ. ''η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας”, εκδ. Κέδρος, σελ. 163-169
[10] Αν η θεωρία αυτή αυτοαποκαλείται επιστημονική δεν κάνει καμία διαφορά. Η ταύτιση ανθρώπινης κοινωνίας και φυσικού περιβάλλοντος και ως εκ τούτου η δυνατότητα χρήσης των ίδιων εργαλείων προσέγγισης που κάνουν οι αναρχικοί(χαρακτηριστικά ο Κροπότκιν) είναι τουλάχιστον άστοχη. Τα δέντρα και οι θάμνοι ούτε κοινωνικές σχέσεις συνάπτουν, ούτε δημιουργούν νέους καθορισμούς.
[11] Εδώ θα εξετάσουμε την άμεση δημοκρατία ως σύστημα λειτουργίας και διαδικασία(μορφικά και περιεχομενικά). Θεωρούμε αυτονόητο ότι όταν αναφερόμαστε στην άμεση δημοκρατία ως πρόταγμα συμπεριλαμβάνουμε και το αίτημα της οικονομικής και κοινωνικής ισότητας. Για εμάς χωρίς αυτά η άμεση δημοκρατία(σήμερα) είναι κενό γράμμα.
[12] Είτε συμφωνούμε περισσότερο ή είτε λιγότερο με την μία η άλλη περίπτωση πρέπει να παραδεχτούμε ότι σε όλες αυτές υπάρχει ένας κοινός πυρήνας που συνδέεται με το ελευθεριακό κίνημα. Αυτό της αυτοκυβέρνησης.
[13] Η απόφαση της συνέλευσης δεσμεύει όλα τα μέλη. Αν η μειοψηφία έκανε ό,τι ήθελε,αφένος η διαδικασία της συνέλευσης θα στερείτο νοήματος, αφετέρου η μειοψηφία θα λειτουργούσε σαν το αφεντικό της συνέλευσης, ολιγαρχικά.